Σιχαίνομαι το ψέμα.
Σιχαίνομαι την υποκρισία.
Σιχαίνομαι τους ψεύτες..
Τρεις συνεντεύξεις διάβασα στη σειρά και στις τρεις οι ίδιες απαντήσεις. Δε λες ψέματα? Τα σιχαίνεσαι? Σοβαρά? Κι όλο αυτό δλδ που έλεγες πριν, για την υπέροχη ζωή που ζεις, ήταν αλήθεια? Ξέρεις εσύ πολλούς να ζουν αυτή την υπέροχη ζωή και έχουν ανάγκη να βγουν, σα το τελάλη, να τη διατυμπανίζουν? Άκου, δε λέω ποτέ ψέματα! Λες και παραλές και λες και πολλά.
Η αλήθεια είναι υπερεκτιμημένη νομίζω. Άσε που είναι και υποκειμενική. Αλλιώς εννοώ εγώ την αλήθεια, αλλιώς ο άλλος. Είναι αυτά τα… πως τα λένε… τα… διαπλεκόμενα, στη μέση. Γενικά έχω πολύ καλές σχέσεις με το ψέμα. Έως και άριστες μπορώ να σου πω. Έχω πει πολλά ψέματα στη ζωή μου. Ίσως γι αυτό και τα καταλαβαίνω 9 στις 10 φορές. Απλά τώρα…μεγάλωσα. Και δεν έχω ότι χρειάζεται πια. Και γι αυτό τα σταμάτησα (…περίπου).
Γιατί το ψέμα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Το ψέμα θέλει τέχνη, φαντασία και καλό μνημονικό. Αν δε μπορείς, χίλιες φόρες καλύτερα, να μείνεις στην αλήθεια σου.
Υπάρχει μια παροιμία που λέει
Εάν θέλεις έναν καινούργιο φίλο, πρέπει να του κλείσεις το μάτι. Εάν θέλεις να τον κρατήσεις, πρέπει να κλείσεις και τα δυο.
Κάπως έτσι. Δε με νοιάζει να μου λες ψέματα ή αλήθεια. Έτσι κι αλλιώς το καταλαβαίνω. Κι επειδή το καταλαβαίνω και χαζή δε με λες εύκολα, μπορώ να καταλάβω και πότε είναι κακοπροαίρετο και πότε όχι. Κι αν είναι κακοπροαίρετο, έτσι κι αλλιώς το θέμα έχει λήξει για μένα –όπως έχω πει κι άλλη φορά, η συγχώρεση αν με πονέσεις, δεν είναι από τα δυνατά μου σημεία-. Αν όμως είναι καλοπροαίρετο, με σκοπό να κάνει εσένα ή εμένα, να νιώσω καλύτερα, δεν έχω πρόβλημα. Καταλαβαίνω τα όρια της αλήθειας σου και ξέρω μέχρι που μπορώ να φτάσω μαζί σου.
Εκείνο όμως που με στέλνει για τακούνια είναι τα άτεχνα ψέματα. Αυτά που τα λες, χωρίς να μπορείς να τα υποστηρίξεις. Αν ένα ψέμα είναι σημαντικό για σένα να το πεις, θα το δεχτώ. Μη με προσβάλεις όμως με κακοτεχνίες. Θίγεις τη νοημοσύνη μου κι αυτό με εκνευρίζει.
Άσε που όλα τα ψέματα δεν είναι ίδια. Ναι υπάρχουν ψέματα που λέγονται με σκοπό να βλάψουν τον άλλο ή να τον χειραγωγήσουν. Υπάρχουν όμως και ψέματα που λέγονται σα ψυχοθεραπεία και υπάρχουν κι αυτά που λέγονται από αγάπη Δε θα πεις ποτέ, ας πούμε, στο παιδί σου ότι είναι άσχημο, ακόμη κι αν το βλέπεις. Δε θα πεις ποτέ στον συνάδελφο με τα ειδικά προβλήματα, πως είναι φύρα για τη δουλειά.
Και φυσικά υπάρχουν και τα κατά συνθήκη ψεύδη (να ναι καλά!!). Γιατί δλδ αν σε ρωτήσει τσαχπίνικα «πάχυνα?» πρέπει να πεις «ναι, σα βόδι έγινες!»? Δεν είναι πιο γλυκό το «εσύ? Για όνομα του θεού!»? Η αν ρωτήσει στα ξεκούδουνα «τι σκέφτεσαι?» γιατί να βιαστείς να απαντήσεις «πως με έχεις πρήξει με τις ερωτήσεις σου», όταν με ένα «τίποτα μωρό μου» - ή για τους πολύ προχωρημένους «πόσο πολύ σ αγαπάω»- και δε θα σου γυρίσει σε θρίλερ η βραδιά και το τοστάκι σου θα χεις το πρωί, αντί να σου πετάξει τη φρυγανιά ΜΕ το βούτυρο στα μούτρα.
Και βέβαια υπάρχει πάντα και η παγίδα. Γιατί, ενώ όλοι και λέμε και ακούμε ψέματα, αν-ποτέ-και-όταν μαθευτεί, το θεωρούμε ηθικό καθήκον να αντιδράσουμε, μη και μας περάσουν οι άλλοι για χάπατα.
Κι άμα πιάσεις τον άλλο, πράξε κατά βούληση, αν όμως πιαστείς –χωρίς να το θέλεις- μια είναι η απάντηση.
«Δε σου έχω πει ποτέ ψέματα! Να! Μα την αλήθεια!»