“….Με την Πέννυ, το κορίτσι μου, πηγαίναμε σινεμά, σε πάρτυ, σε ντίσκο και κυρίως παλεύαμε. Παλεύαμε στο δωμάτιο μου, στο δωμάτιο της, στο καθιστικό του σπιτιού μου και του σπιτιού της και στα καθιστικά των πάρτυ. Παλεύαμε για το ίδιο πάντα θέμα. Μερικές φορές, μετά από πολλές προσπάθειες να της αγγίξω το στήθος, είχα τόσο μπουχτίσει που προσπαθούσα να την αγγίξω ανάμεσα στα πόδια.
Αυτή η χειρονομία περιείχε ένα είδος αυτοπαρωδίας. Ήταν σαν να προσπαθούσα να δανειστώ ένα euro κι αφού μου το αρνούνταν να ζητούσα πενήντα.
Στο σχολείο μου, τα αγόρια έκαναν μεταξύ τους ερωτήσεις όπως «Κάνεις τίποτα?»
«Σ’ αφήνει να της κάνεις τίποτα?» Και η αναμενόμενη απάντηση ήταν «Όχι». Στο μεταξύ τα κορίτσια έπρεπε να αρκούνται στη παθητική φωνή. Η Πέννυ χρησιμοποιούσε την έκφραση «με βάζεις στη διαδικασία»: «Δε θέλω να με βάλεις ακόμη σ’ αυτή τη διαδικασία» εξηγούσε καρτερικά και ίσως λίγο θλιμμένα, καθώς απομάκρυνε για χιλιοστή φορά το χέρι μου από το στήθος της.
Επίθεση και άμυνα, εισβολή και απώθηση… λες και το στήθος ήταν μια μικρή μας ιδιοκτησία, που είχε προσαρτηθεί παράνομα στο άλλο φύλο και τη θέλαμε πίσω.
Αν με ρωτούσε κάποιος γιατί είχα τέτοια έμμονη ιδέα με το χούφτωμα του στήθους της Πέννυ, δε θα ‘ξερα τι να πω. Κι αν κάποιος ρωτούσε τη Πέννυ γιατί με εμπόδιζε με τέτοια μανία, βάζω στοίχημα πως θα δυσκολευόταν να απαντήσει. Τι σήμαινε για μένα το χούφτωμα? Στο κάτω κάτω δε περίμενα κανένα είδος ανταπόδοσης. Γιατί δεν ήθελε η Πέννυ να ερεθιστούν οι ερωτογονές ζώνες της? Δεν έχω ιδέα.
Σε οποιοδήποτε γυναικείο περιοδικό θα διαβάσετε το ίδιο πάντα παράπονο: Οι άντρες -αυτά τα μικρά αγοράκια, είκοσι, τριάντα, σαράντα ετών- είναι αδιόρθωτοι στο κρεβάτι. Δεν ενδιαφέρονται για τα προκαταρτικά, δεν έχουν διάθεση να διεγείρουν το άλλο φύλο, είναι εγωιστές, άπληστοι, ατζαμήδες, χοντροκομμένοι. Αυτά τα αναπόφευκτα παράπονα περιέχουν κάποια ειρωνεία. Παλιά, όταν ήμασταν μικροί, το μόνο που θέλαμε ήταν τα προκαταρτικά, αλλά τα κορίτσια δεν ενδιαφέρονταν. Δεν ήθελαν να τις αγγίζεις, να τις χαϊδεύεις, να τις διεγείρεις. Για να πούμε την αλήθεια, μας απόπαιρναν όταν προσπαθούσαμε. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που δεν είμαστε πολύ καλοί σ’ αυτό. Όταν διαμορφωνόταν ο χαρακτήρας μας, περάσαμε δυο τρία ολόκληρα χρόνια όπου μας έλεγαν αυταρχικότατα ότι δε πρέπει ούτε καν να σκεφτόμαστε το θέμα. Κάπου ανάμεσα στην ηλικία των δεκατεσσάρων και των είκοσι τεσσάρων, τα προκαταρτικά παιχνίδια, ενώ ήταν κάτι που ήθελαν τα αγόρια κι όχι τα κορίτσια, γινόταν κάτι που το θέλουν οι γυναίκες, αλλά οι άντρες δε σκοτίζονται πια γι αυτό.
Αν θέλετε τη γνώμη μου,για μένα το τέλειο ζευγάρι αποτελεί η γυναίκα του Cosmopolitan μαζί με το δεκατετράχρονο αγόρι….”
Απόσπασμα από το High fidelity του Nick Hornby
HAPPY NEW YEAR
Πριν από 2 εβδομάδες